H ακόλουθη παρουσίαση επικεντρώνεται στα συμπεράσματα των πιο σημαντικών αποτελεσμάτων από την έρευνα GYTS (Global Youth Tobacco Survey) που διενεργήθηκε στην Ελλάδα το σχολικό έτος 2004/ 2005 και που αφορούσε τις καπνιστικές συνήθειες μαθητών Γυμνασίων ηλικίας 13-15 ετών.
Επιπολασμός:
Συνολικά, 6378 μαθητές συμπλήρωσαν το ερωτηματολόγιο. Η συμμετοχή των σχολείων κυμαίνονταν στο 90% και η ανταπόκριση των μαθητών στο 89% ενώ η συνολική ανταπόκριση των μαθητών επί του συνόλου των σχολείων ήταν 80%.
Η ανάλυση των δεδομένων έδειξε ότι το 32,2% των μαθητών ηλικίας 13-15 ετών είχαν καπνίσει έστω και μια φορά (πίνακας 3) και ότι από αυτούς ο 1 στους 4 είχαν δοκιμάσει για πρώτη φορά σε ηλικία μικρότερη των 10 ετών. Περίπου περισσότερο από 1 στους 10 ήταν καπνιστές τσιγάρων με φίλτρο (10,4%) ενώ παρόμοιο ήταν το ποσοστό άλλων προϊόντων καπνού (10,9%). Στο σύνολο το 16,2% των μαθητών ήταν χρήστης κάποιας μορφής καπνού. Σε όλες τις παραπάνω κατηγορίες δεν διαπιστώθηκε διαφορά ανάμεσα στα αγόρια και τα κορίτσια.
Επιπλέον το 10,5% των καπνιστών ηλικίας 13-15 ετών δήλωσαν ότι επιθυμούν να καπνίσουν τα πρώτα 30 λεπτά μετά την πρωινή έγερση.
Αξιοσημείωτο είναι ότι το 19,4% των μη καπνιστών (αγοριών και κοριτσιών) δήλωσαν ότι πιστεύουν πως την επόμενη χρονιά θα καπνίζουν.
Παθητικό κάπνισμα:
Η παθητική έκθεση στο κάπνισμα είναι υψηλή τόσο στο σπίτι (89,8%) όσο και σε Δημόσιο χώρο (94,1%) τόσο για τους καπνιστές όσο και για τους μη καπνιστές.
Υπέρ μιας απαγόρευσης σε δημόσιο χώρο ήταν οι καπνιστές σε ποσοστό 53,9% ενώ οι μη καπνιστές σε ποσοστό 90,1%. (Πίνακας 4)
Διαφημίσεις και ΜΜΕ:
Περίπου 9 στους 10 μαθητές (89,4%) δήλωσαν ότι είχαν παρακολουθήσει αντικαπνιστικά μηνύματα στο διάστημα του τελευταίου μήνα αλλά μόνο οι μισοί (49,3%) είχαν δει παρόμοια μηνύματα σε αθλητικές εγκαταστάσεις ή κοινωνικές εκδηλώσεις. Επιπλέον 7 στους 10 μαθητές είχαν εκτεθεί σε διαφημίσεις (άμεσων ή έμμεσων) τσιγάρων σε διαφημιστικά πλαίσια (70,3%), σε εφημερίδες και περιοδικά (75,6%) ή σε αθλητικές ή κοινωνικές εκδηλώσεις (69,9%). Επιπλέον 2 στους 10 μαθητές κατείχαν προσωπικό αντικείμενο (μπλουζάκι, καπέλο, τσάντα κ.α.) με λογότυπο εταιρίας τσιγάρων με σημαντική διαφορά ανάμεσα σε αγόρια (23,0%) και τα κορίτσια (15,8%). Ενδιαφέρον ήταν ότι περίπου 2 στους 10 μαθητές (16,7%) δήλωσαν ότι τους προσφέρθηκε δωρεάν τσιγάρο από εκπρόσωπο εταιρίας καπνού. (πίνακας 5)
Διακοπή:
Περίπου 4 στους 10 μαθητές (37,6%) που είχαν δηλώσει ότι καπνίζουν δήλωσε ότι επιθυμούσε να διακόψει το κάπνισμα ενώ οι μισοί μαθητές-καπνιστές είχαν δηλώσει ότι είχαν προσπαθήσει να διακόψουν το κάπνισμα στο παρελθόν αλλά είχαν αποτύχει. Δεν διαπιστώθηκε διαφορά ανάμεσα στα αγόρια και κορίτσια στην επιθυμία τους να διακόψουν το κάπνισμα. (πίνακας 5).
Πρόσβαση στον καπνό:
Οι μισοί περίπου καπνιστές μαθητές (49,1%) δήλωσαν ότι αγοράζουν οι ίδιοι από καταστήματα τα τσιγάρα. Το 95% των μαθητών αυτών δήλωσαν ότι δεν τους αρνήθηκε κανείς την αγορά εξαιτίας της ηλικίας τους.
Σχολικά προγράμματα:
Περισσότερο από 6 στους 10 μαθητές δήλωσαν ότι ενημερώθηκαν/ διδάχθηκαν στο σχολείο για τους κινδύνους του καπνίσματος αλλά μόνο 4 στους 10 μαθητές δήλωσαν ότι συζητήθηκε στην τάξη οι λόγοι που οι νέοι καπνίζουν. (πίνακας 4)
Συμπεράσματα
Η μελέτη GYTS αποτελεί την πρώτη πλήρη και ολοκληρωμένη μελέτη για τους μαθητές στην Ελλάδα. Τα αποτελέσματα μπορούν να χρησιμοποιηθούν από τους φορείς Δημόσιας Υγείας για τη διαμόρφωση πολιτικής πρόληψης.
Καταρχήν το συμπέρασμα ότι δεν υπάρχει διαφορά μεταξύ αγοριών και κοριτσιών στον επιπολασμό του καπνίσματος και στις αντιλήψεις σχετικά με τις καπνιστικές συνήθειες αποτελεί ένα πρωτόγνωρο κοινωνικά φαινόμενο για την Ελλάδα, που αλλάζει τα μέχρι σήμερα γνωστά επιδημιολογικά δεδομένα στην χώρα μας. Συγχρόνως αποτελεί και ένα σημαντικό στοιχείο που πρέπει οπωσδήποτε να ληφθεί υπόψη των όποιων προγραμμάτων πρόληψης ή αντικαπνιστικής εκστρατείας στο μέλλον.
Η πρόθεση των μαθητών τόσο αγοριών όσο και κοριτσιών που θέλουν να καπνίσουν στο μέλλον (19,5%) είναι περισσότεροι σε σύγκριση με τους μαθητές που καπνίζουν ήδη (16,2%). Αυτό από μόνο του αποτελεί ένδειξη ότι οι καπνιστές τα επόμενα χρόνια θα αυξηθούν σημαντικά. Αξιοσημείωτο είναι πως αν αθροίσει κανείς το ποσοστό των μαθητών που ήδη καπνίζουν (16,2%) με αυτό των μαθητών που προτίθενται να καπνίσουν στο μέλλον (19,5%) δεν διαφέρει από τον επιπολασμό του καπνίσματος στους ενήλικες που κυμαίνεται στο 37,6% σύμφωνα με στοιχεία του 1998.
Η μελέτη έδειξε ότι η επίπτωση των μαθητών καπνιστών έτοιμων (βιομηχανικών) τσιγάρων είναι παρόμοια με αυτή των άλλων μορφών καπνού (10,9% έναντι 10,4%). Έτσι λοιπόν στην Ελλάδα το όποιο πρόγραμμα πρόληψης καπνίσματος ή αντικαπνιστική εκστρατεία θα πρέπει να συμπεριλάβει όλες τις μορφές καπνού.
Το υψηλό ποσοστό παθητικής έκθεση σε καπνό στο σπίτι πρέπει να αποδοθεί σε κοινωνικούς παράγοντες ή υποεκτίμηση ή άγνοια των κινδύνων του παθητικού καπνίσματος από τους γονείς. Από την άλλη ιδιαίτερα υψηλό ποσοστό παθητικής έκθεσης σε καπνό σε δημόσιους χώρους αποτελεί νομοθετικό κενό ή σε ειδικές περιπτώσεις πλημμελή εφαρμογή των ήδη υπαρχόντων νόμων.
Από το γεγονός ότι 1 στους 4 από τους καπνιστές μαθητές κάπνισαν για πρώτη φορά σε ηλικία μικρότερη ή ίση των 10 ετών και το ήδη υψηλό ποσοστό κατανάλωσης καπνού μεταξύ μαθητών ηλικίας 13-15 ετών (16,2%) φαίνεται ότι τα προγράμματα πρόληψης θα έπρεπε να απευθυνθούν σε μικρές ηλικιακές ομάδες όπως μαθητές της 5ης και 6ης τάξης Δημοτικού και όχι μόνο στις ομάδες που ήδη καπνίζουν.
Ανησυχητικό είναι το γεγονός ότι 2 στους 10 μαθητές δήλωσαν ότι τους προσφέρθηκε δωρεάν τσιγάρο από εκπρόσωπο εταιρίας καπνού. Η θέσπιση νόμων που απαγορεύουν την διαφήμιση-προώθηση καπνού σε παιδιά μικρής ηλικίας θα ήταν μια καλή αρχή.
Οι μισοί περίπου καπνιστές μαθητές (49,1%) δήλωσαν ότι αγοράζουν οι ίδιοι από καταστήματα τα τσιγάρα. Το 95% των μαθητών αυτών δήλωσαν ότι δεν τους αρνήθηκε κανείς την αγορά εξαιτίας της ηλικίας τους. Η Ελλάδα είναι από τις ελάχιστες εξαιρέσεις χωρών που δεν απαγορεύουν την πώληση τσιγάρων σε ανηλίκους. Η θέσπιση νόμων σχετικά την απαγόρευσης πώλησης καπνού στα παιδιά είναι μια πλέον αναγκαία.